Τι σημαίνει Run-in;

Απάντηση του φυσικού ομιλητή
Rebecca
run inσημαίνει διαφωνία (disagreement), διαφωνία (argument) ή μάχη (fight) και συνήθως χρησιμοποιείται όταν κάποιος μπαίνει σε μπελάδες. Ο αφηγητής είναι run-inεπειδή το μωρό έχιδνα τραυματίστηκε σε μια μάχη με τα πουλιά. Παράδειγμα: The criminal had a run-in with the cops. (Ο εγκληματίας είχε μια μάχη με τους αξιωματικούς.) Παράδειγμα: My dog had another run-in with some stray cats. (Ο σκύλος μου φλέρταρε ξανά με αδέσποτες γάτες)