Τι σημαίνει Dwindle; Είναι μια κοινή λέξη;
Απάντηση του φυσικού ομιλητή
Rebecca
Dwindleσημαίνει μειώνω και παρόμοια ρήματα περιλαμβάνουν αποδυναμώνω (diminish), μειώνω (reduce) και μειώνω (shrink). Αυτή η λέξη μπορεί συνήθως να χρησιμοποιηθεί όταν έχει χάσει όγκο, μέγεθος ή δύναμη! Παράδειγμα: The number of customers coming to the restaurant has been dwindling because of the pandemic. (Λόγω της πανδημίας, ο αριθμός των πελατών που επισκέπτονται εστιατόρια συνεχίζει να μειώνεται) Παράδειγμα: Subway usage has dwindled as most people have been staying at home. (Δεδομένου ότι οι περισσότεροι άνθρωποι μένουν στο σπίτι, ο αριθμός των ατόμων που χρησιμοποιούν το μετρό έχει μειωθεί.)