Τι σημαίνει Be through a lot; Είναι αυτή μια κοινή έκφραση;

Απάντηση του φυσικού ομιλητή
Rebecca
Been through a lotπροέρχεται από την έκφραση go through . go through να κάνεις κάτι σημαίνει να περάσεις από μια δύσκολη ή δύσκολη εμπειρία. Συχνά χρησιμοποιείται για να πει ότι κάποιος έχει περάσει ή έχει βιώσει πολλά πράγματα. Παράδειγμα: She went through a lot once her mother was diagnosed with cancer. (Αφού η μητέρα της διαγνώστηκε με καρκίνο, πέρασε πολλά.) Παράδειγμα: The kids had been through a lot before they were adopted. (Τα παιδιά αγωνίστηκαν πολύ πριν υιοθετηθούν) Παράδειγμα: I don't know everything he's been through but I know he's had a hard life. (Δεν ξέρω όλα όσα έχει περάσει, αλλά ξέρω ότι είχε μια δύσκολη ζωή.)