Τι σημαίνει In favor;
Απάντηση του φυσικού ομιλητή
Rebecca
In favorσημαίνει να συμφωνείς (agree), να εγκρίνεις (approve) ή να υποστηρίζεις (support) για κάτι ή κάποιον. Παράδειγμα: The parent-teacher association voted in favor of building a new school for their students. (PTAψήφισε υπέρ της οικοδόμησης ενός νέου σχολείου για μαθητές.) Παράδειγμα: He was in favor of starting a nonprofit organization. (ήταν υπέρ της ίδρυσης NPO)