Πότε να χρησιμοποιήσετε το "mend";
Απάντηση του φυσικού ομιλητή
Rebecca
Mendείναι συνώνυμο του fix(για επισκευή) και repair(για επισκευή). Είναι μια λέξη που χρησιμοποιείτε για να διορθώσετε κάτι, να το επισκευάσετε ή να το ξαναχτίσετε λόγω βλάβης. Παράδειγμα: Foot injuries take a long time to mend. (Οι τραυματισμοί στα πόδια χρειάζονται πολύ χρόνο για να επουλωθούν) Παράδειγμα: They tried to mend their relationship, but they ended up breaking up again. (Προσπάθησαν να επιδιορθώσουν τη σχέση τους, αλλά τελικά χώρισαν ξανά) Παράδειγμα: I mended my sweater because there was a hole in it. (Είχα μια τρύπα στο πουλόβερ μου και το επιδιόρθωσα.)