Τι σημαίνει Aim;
Απάντηση του φυσικού ομιλητή
Rebecca
Aimείναι μια λέξη που λειτουργεί τόσο ως ρήμα όσο και ως ουσιαστικό. Εδώ, aimχρησιμοποιείται ως ρήμα που σημαίνει work toward, try to, intend to achieve (στοχεύω). Με άλλα λόγια, σημαίνει you should try to/work towards falling asleep at [time]. Παράδειγμα: I aim to become a nurse in the future. (θέλω να γίνω νοσοκόμα.) Παράδειγμα: I aim to do well on all my exams. (Προσπαθείτε να πάρετε καλούς βαθμούς σε όλα τα τεστ) Το ουσιαστικό aimσημαίνει objective, goal, target (σκοπός, στόχος). Παράδειγμα: The aim of the marketing campaign is to increase product sales. (Ο σκοπός μιας εκστρατείας μάρκετινγκ είναι η αύξηση των πωλήσεων ενός προϊόντος.) Παράδειγμα: The NGO's aim is to protect animal rights. (Ο σκοπός τουNGOείναι η προστασία των δικαιωμάτων των ζώων.)